Η χάραξη της νέας πόλης στην πεδιάδα του Κουμ τσιφλίκ, το 1923. Από την έκθεση του Ιστορικού-Λαογραφικού Μουσείο.
Φωτογραφίες, γράμματα, δηλώσεις επιφανών και απλών ανθρώπων – όλο το χρονικό του ξεριζωμού μαζί με αντικείμενα καθημερινής χρήσης και εργασίας, φορεσιές, έγγραφα κι ένα σωρό ακόμα πολύτιμα από την παλιά Ορεστιάδα (Καραγάτς) έχουν τη θέση τους στο καλοστημένο Ιστορικό-Λαογραφικό Μουσείο. Από τα σημαντικότερα εκθέματα, μάλιστα, είναι τα ιερά κειμήλια του Αγίου Κυρίλλου ΣΤ΄, πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, τα οποία μεταφέρθηκαν εδώ από το Μουσείο Μπενάκη.
Έξω, στους δρόμους της βορειότερης πόλης της Ελλάδας, την προσφυγιά θυμίζει η άψογη ρυμοτομία που κάνει τους κατοίκους να εθίζονται σιγά σιγά στα ποδήλατα, η μουσειακή Βιβλιοθήκη (στεγάζεται στο Παλιό Ειρηνοδικείο) του Φιλεκπαιδευτικού Συλλόγου Αδριανούπολης που πλέον εδρεύει στην Ορεστιάδα, το μνημείο των προσφύγων στην οδό Πατριάρχη Γρηγορίου.
Οι Γκαγκαβούζηδες στην περιοχή της Οινόης και Σαγήνης (χριστιανοί που μιλούν ένα τούρκικο γλωσσικό ιδίωμα), ακόμα και το όνομα της κεντρικής πλατείας. Σπύρου Δάσιου την είπαν, προς τιμήν του γενικού διοικητή της Θράκης κατά τον ξεριζωμό, που φρόντισε για την ίδρυση της νέας πόλης.
Βιβλιάριο παροχής προσφυγικής σύνταξης του 1950. Από την έκθεση του Ιστορικού-Λαογραφικού Μουσείου.Γύρω από αυτή την πλατεία χτυπάει και η καρδιά της Ορεστιάδας. Οι πεζόδρομοι είναι γεμάτοι μεζεδοπωλεία και μπαράκια. Δέκα χιλιάδες κάτοικοι, μαζί τους φαντάροι, στρατιωτικοί και φοιτητές των δύο τμημάτων του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης, κρατάνε ζεστή τη μεθοριακή πόλη, που τον χειμώνα βουτά έως τους -15 βαθμούς. Αυτό είναι το ατού της.
Η Ορεστιάδα δεν είναι τουριστική. Σε αντίθεση με τις άλλες δύο πόλεις του Έβρου, η ιστορία της δεν προκαλεί τουριστικό ενδιαφέρον, μια και η συνέχεια χάθηκε με τις πολεμικές αποζημιώσεις.
Το δυνατό της σημείο είναι όμως η διασυνοριακότητά της και κυρίως οι άνθρωποί της, προκομμένοι και δυναμικοί, όπως τους χαρακτηρίζουν όλοι οι Εβρίτες. «Παρότι ήρθαν με ό,τι χωρούσε στα κάρα και στα χέρια τους, έφτιαξαν μια ολόκληρη πόλη. Δεν υπάρχει άλλη νέα πόλη στην Ελλάδα που να μην πάτησε σε προϋπάρχοντα οικισμό. Από πρωταγωνιστές στην πλούσια Αδριανούπολη, βρέθηκαν να είναι κάτοικοι στην τελευταία πόλη της χώρας, που έγινε συνώνυμη με τόπο εξορίας. Παρά την εγκατάλειψη από την πολιτεία, όμως, η Ορεστιάδα έγινε το πιο ζωντανό αστικό κέντρο του Έβρου μετά την Αλεξανδρούπολη – ως δήμος έχουμε 20.000 κατοίκους. Αυτό είναι το θαύμα», λέει η Βέρα Μαυρίδου, διευθύντρια της Δημοτικής Ραδιοτηλεόρασης και αντιπρόεδρος του Ιστορικού και Λαογραφικού Μουσείου Ορεστιάδας και περιφέρειας.
Αυτός είναι λοιπόν ο πλούτος της. Οι άνθρωποι που διατηρούν τις πλούσιες παραδόσεις τους μέσα από πλήθος συλλόγων και δουλεύουν σκληρά την εύφορη γη του Τριγώνου και τον κάμπο της Ορεστιάδας, έναν από τους μεγαλύτερους της Ελλάδας. Γιατί, όπως μου είπε φορτισμένος ένας κάτοικος της πόλης: «Για να προστατεύσεις τα σύνορα, δεν χρειάζονται ούτε φράχτες ούτε τοίχοι, άνθρωποι χρειάζονται. Να κατοικούν, να εργάζονται, να παράγουν. Έτσι γίνεται η ενίσχυση των συνόρων, αλλά και η εξέλιξη και η ενδυνάμωση των ξεχασμένων τόπων. Με την ανάπτυξη».
https://kastropolites.com/didymoteicho-soufli-orestiada/
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στο 5ο τεύχος της έκδοσης «Οι Τόποι μας-Αλεξανδρούπολη», Νοέμβριος 2023.